πόλοι

πόλοι
Ονομάζονται π. τα σημεία στα οποία μια διάμετρος, κάθετη προς το επίπεδο ενός μεγίστου κύκλου μιας σφαίρας και διερχόμενη από το κέντρο της, συναντά την επιφάνεια της ίδιας σφαίρας. Υπάρχουν έτσι οι π. του Γαλαξία στο γαλαξιακό σύστημα, οι π. της εκλειπτικής, το ζενίθ και το ναδίρ στο αζιμουθιακό σύστημα και οι π. της ουράνιας σφαίρας, στους οποίους αντιστοιχούν στο βόρειο ημισφαίριο, ο πολικός αστέρας, και στο νότιο, ο Σταυρός του Νότου. Κατ’ αναλογία ονομάζουμε π. της Γης τα σημεία στα οποία ο άξονας της Γης συναντά τη γήινη επιφάνεια· ο π. που βρίσκεται προς βορρά καλείται βόρειος π. ή αρκτικός ή απλώς Βορράς, και εκείνος που βρίσκεται στο εκ διαμέτρου αντίθετο σημείο, νότιος π. ή ανταρκτικός ή απλώς Νότος. Ο γήινος βόρειος π. κείται στη μέση του ωκεανού (σε βάθος 3.850 μ.) και καλύπτεται από παχιά στρώματα πάγου· αντίθετα, ο Νότιος π. κείται σε μεγάλο ύψος, στην ξηρά που είναι σκεπασμένη πάντα από πάγους. Τέλος, στη Γη ονομάζουμε π. ψύχους, τις ζώνες στις οποίες καταγράφονται οι ελάχιστες μέσες ετήσιες θερμοκρασίες και οι οποίες δεν συμπίπτουν με τους π., αλλά βρίσκονται στις πολικές περιοχές (Καναδάς, Σιβηρία, Ανταρκτική). Κατά τον Ιανουάριο, ο π. του ψύχους (ισόθερμος -45°C) βρίσκεται στο Βερχογιάνσκ, προς το ηπειρωτικό τμήμα της Σιβηρίας, όπου η μέση θερμοκρασία κατά το μήνα αυτό παρουσιάζει τιμή -51,2°C, με απόλυτη ελάχιστη μέχρι -67,3°C. Φυσική. Ονομάζονται π. τα άκρα ενός αγωγού, σχετικά επιμήκους, ανάλογα προς τις εγκάρσιες διαστάσεις του, στα οποία βρίσκονται συγκεντρωμένα ομόσημα ηλεκτρικά φορτία ή ομόσημες μαγνητικές μάζες ή, ακριβέστερα, το κέντρο βάρους τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο στο στατικό ηλεκτρισμό έχουμε τους δύο π. μιας ηλεκτροστατικής μηχανής, στους οποίους εδρεύουν αντίστοιχα τα θετικά και τα αρνητικά φορτία· ανάλογα, και στις γεννήτριες συνεχούς ρεύματος οι δύο π. αντιπροσωπεύονται από τους σφιγκτήρες, μεταξύ των οποίων υφίσταται διαφορά ηλεκτρικού δυναμικού που δημιουργείται από τη γεννήτρια. Στις ηλεκτρικές συσκευές οι δύο π. είναι οι συνδετήρες που συνδέουν τη συσκευή με τη γραμμή τροφοδοσίας. Στο στατικό μαγνητισμό οι δυο π. ενός μόνιμου μαγνήτη ή ενός ηλεκτρομαγνήτη είναι οι δύο απολήξεις του μαγνητικού ή του μαγνητισμένου σώματος, στις οποίες υπάρχει η συγκέντρωση των μαγνητικών μαζών και οι οποίες αποτελούν ανάλογα το βόρειο ή νότιο π. Με την έννοια αυτή ο όρος π. επεκτείνεται και προς τους π. ή πολικές περιοχές των ηλεκτρικών μηχανών (γεννητριών ή κινητήρων), που εκμεταλλεύονται την ηλεκτρομαγνητική επαγωγή, στις οποίες οι π. έχουν τον προορισμό να δημιουργήσουν μια ορισμένη μαγνητική επαγωγή στα επαγώγιμα πηνία. Από τις δυο αυτές προηγούμενες έννοιες προέκυψε ο όρος δίπολο (σύνολο δυο π. αντίθετων σημείων) ηλεκτρικό ή μαγνητικό. Ελαφρά διαφορετική σημασία παρουσιάζει ο όρος π. αναφορικά προς το γήινο μαγνητικό πεδίο, στο οποίο ο βόρειος π. και ο νότιος π. είναι τα σημεία της επιφάνειας της Γης, στα oποία το μαγνητικό πεδίο έχει κάθετη διεύθυνση. Τα σημεία όμως αυτά δεν συμπίπτουν με τα κέντρα βάρους της σχετικής κατανομής των βόρειων και νότιων μαζών. Οι γεωγραφικές συντεταγμένες των μαγνητικών π., βόρειου και νότιου, το 1955 βρίσκονταν αντίστοιχα σε 73°5’ βόρειο πλάτος, 100° δυτικό μήκος, σε 71°5’ νότιο πλάτος και 151° ανατολικό μήκος. Η αιώνια μεταβολή του γήινου μαγνητικού πεδίου που οφειλόταν στη συνεχή μεταβολή των μαγνητικών ιδιοτήτων των υλικών που συνιστούν τον πυρήνα και το φλοιό της Γης μεταβάλλουν, βραδύτατα μεν αλλά αδιάκοπα, τις θέσεις των μαγνητικών πόλων, οι οποίοι διαγράφουν μια καμπύλη γραμμή. Η μετακίνηση του βόρειου πόλου από το 1 949 ως το 1951. Oι θέσεις του γεωγραφικού πόλου, του μαγνητικού και των πόλων του ψύχους στην επιφάνεια της Γης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Πόλοι — Πόλος piuot masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πόλοι — πόλος piuot masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μαγνήτης — Έτσι ορίζεται οποιοδήποτε σώμα ικανό να έλκει σιδηρομαγνητικά υλικά. Η ιδιαίτερη συμπεριφορά των φυσικών μαγνητικών υλικών (Fe3O4) ήταν γνωστή από τα αρχαιότατα χρόνια και οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν ήδη από τα προχριστιανικά χρόνια την ιδιότητα… …   Dictionary of Greek

  • πόλος — ο, ΝΜΑ 1. καθένα από τα δύο άκρα τού νοητού άξονα γύρω από τον οποίο φαίνεται να στρέφεται η ουράνια σφαίρα ή τού άξονα περιστροφής τής Γης ή άλλων ουράνιων σωμάτων (α. «γεωγραφικοί πόλοι τής Γης» καθένα από τα δύο σημεία στα οποία ο στιγμιαίος… …   Dictionary of Greek

  • ισημερινός — Ο ιδεατός κύκλος που σχηματίζεται στην επιφάνεια της Γης, αν κόψουμε τη γήινη σφαίρα με ένα επίπεδο το οποίο διέρχεται από το κέντρο της και είναι κάθετο στον άξονα περιστροφής της. Η γωνία την οποία σχηματίζει η ακτίνα της Γης που διέρχεται από… …   Dictionary of Greek

  • τουρισμός — Πολύμορφο φαινόμενο, που περιλαμβάνει το σύνολο των μετακινήσεων που γίνονται για μορφωτικούς λόγους ή για αναψυχή και τις πολλαπλές του επιδράσεις στην οικονομία και στο τοπίο των ενδιαφερόμενων περιοχών. Ο τ. απασχόλησε στις πολλαπλές… …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • εκλειπτική — Η τροχιά της Γης γύρω από τον Ήλιο, η οποία είναι μέγιστος κύκλος της ουράνιας σφαίρας. Κατά τη διάρκεια της κίνησης της Γης γύρω από τον Ήλιο, ο Ήλιος φαίνεται ότι κινείται στην ουράνια σφαίρα στο ίδιο επίπεδο και κατά την ίδια φορά. Επομένως ως …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • πόλος — ο 1. το κάθε άκρο άξονα γύρω από τον οποίο γυρνά πραγματική ή φανταστική σφαίρα: Πόλοι της Γης. 2. το καθένα από τα άκρα μαγνήτη ή αγωγού: Μαγνητικοί πόλοι. 3. καθετί που είναι σε θέση αντίθετη από κάποιο άλλο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”